Στη Σάμο η μελισσοκομία αποτελούσε πάρεργο και τα συστηματικά μελισσοκομεία ήταν λιγοστά. Τα τελευταία χρόνια όμως, σε πολλά μέρη της Σάμου, άρχισε να παρατηρείται μια σημαντική δραστηριότητα σχετικά με τη μελισσοκομία και σταδιακά εδραιώθηκε η συστηματική ενασχόληση με αυτήν. Η Σάμος άλλωστε προσφέρεται σαν τόπος που μπορεί ν’ αναπτυχθεί η μελισσοκομία, μία αρκετά προσοδοφόρα απασχόληση, τη στιγμή μάλιστα που μπορεί ν’ ασχοληθεί κανείς παράλληλα και με άλλες δουλειές.
Τα εργαλεία του μελισσουργού
- Η «κβέλις»: Πρόκειται για μια ορθογωνική ξύλινη κυψέλη («κβέλα»), που χρησιμοποιούσαν πριν καθιερωθεί η “ευρωπαϊκή” με κινητά πλαίσια για την κερήθρα του μελιού και ήταν σανιδένια ή από κομμάτια κορμού δέντρων κουφωμένα με φωτιά.
- Η «μτσούνα»: Πρόκειται για μια προσωπίδα συρμάτινη, που χρησιμοποιείται κάθε φορά που έρχεται κάποιος σε επαφή με το μελίσσι, προκειμένου να φυλαχτεί από τα τσιμπήματά του.
- «Του καπνουτσούκαλου» (καπνιστήρι): Όταν ο μελισσουργός θέλει να καπνίσει το μελίσσι, βάζει τη “μουτσούνα” του και παίρνει το «καπνουτσούκαλου» με την αναμμένη «βουνιά» μέσα, κρατώντας το απ’ το χερούλι. Ανοίγει ένα κανονίδι και τοποθετεί το σωλήνα μέσα στην κυψέλη. Φυσώντας απ’ το άλλο, το μεγάλο στόμιο, σπρώχνει τον καπνό στο εσωτερικό της κυψέλης και καπνίζεται έτσι όλο το μελίσσι. Το κάπνισμα γίνεται για να ημερεύουν τα μελίσσια και για να καταστρέφονται οι κάμπιες μιας πεταλούδας, που εξολοθρεύει ολόκληρη αποικία, όταν μπει μέσα στην κυψέλη της.
- «Οι φάκις» (φάκες): Πρόκειται για συρμάτινες σφηκοπαγίδες, κατασκευασμένες με τέτοιο τόπο που να μπορούν να μπαίνουν οι σφήκες μέσα, χωρίς όμως να μπορούν να βγαίνουν. Για δόλωμα τοποθετούν μέσα στις φάκες μικρά ψάρια, σπάραχνα και λοιπά εντόσθια μεγαλύτερων ψαριών, σκοτωμένα βατράχια και άλλα.
- «Του μιλσσουμάχιρου» (μελισσομάχαιρο): Πρόκειται για μικρό κομμάτι λάμας, χωρίς μύτη (αιχμή), τοποθετημένο σε λαβή, όπως ακριβώς το μυστρί του χτίση, το οποίο χρησιμεύει στο τρύγημα του μελισσιού.
- «Του κιρόπανου» (κερόπανο): Πρόκειται για μικρό τριγωνοειδές σακούλι κατασκευασμένο από κομμάτι πανί που χρειάζεται για το στράγγισμα του κεριού από τις κερήθρες.
Τα προϊόντα
Το μέλι
Το τρύγημα του μελιού γίνεται 2 φορές το χρόνο, τον Αύγουστο και το Νοέμβριο. Ο μελισσουργός φορώντας τη μουτσούνα, καπνίζει με το καπνιστήρι το εσωτερικό των κυψελών ώστε να ζαλιστούν οι μέλισσες και με το μελισσομάχαιρο κόβει δυνατά τις κερύθρες (πίτες). Το μέλι βγαίνει από τις κερύθρες όπως περιγράφεται παρακάτω. Οι πίτες, όπως είναι ζεστές απ’ τον ήλιο, κομματιάζονται και στύβονται με τα δυο χέρια. Το μέλι αυτό, που θα βγει με το στύψιμο μόνο, λέγεται «άδλου». Αν δεν έχει ήλιο για να ζεστάνει τις πίτες τις ζεσταίνουν λίγο στη φωτιά. Τους βώλους που γίνονται με το στύψιμο τους τοποθετούν μέσα σε λεκάνη και τους πλένουν με κρύο νερό. Το απόπλυμα αυτό είναι αρκετά γλυκό και το λένε «γιρόμιλου» και κάνουν μ’ αυτό «μιλου-κουρκούτα».
Το κερί
Η εξαγωγή του κεριού γίνεται ως εξής: Βράζουν τους πλυμένους βώλους μέσα σε καζάνι. Όταν βράσει καλά το νερό με τους βώλους, τους παίρνουν με την κουτάλα και ρίχνουν μέσα στο «κιρόπανου», μέχρι να γεμίσει έως τη μέση. Έτσι που είναι γεμάτο το σακούλι, το βάζουν πάνω σ’ ένα σανίδι, κρατώντας το στόμιο του σφιχτά με το αριστερό χέρι, για να μη χύνεται. Το κρατούν λίγο πλαγιαστά, έτσι που το κάτω άκρο του να είναι ακουμπισμένο σε λεκάνη γεμάτη έως τη μέση ψυχρό νερό και το επάνω να στηρίζεται κάτω απ’ το στήθος αυτού που το κρατάει. Έπειτα, κρατώντας με τα δυο χέρια τις άκρες μικρού στυλιαριού πιέζουν το σακούλι από πάνω προς τα κάτω, συνεχώς. Το κερί, λιωμένο απ’ το βράσιμο, βγαίνει από τους πόρους του σακουλιού και χύνεται μέσα στο νερό της λεκάνης, όπου πήζει. Όταν τελειώσει όλο το στύψιμο, παίρνουν τα κομμάτια το κερί απ’ τη λεκάνη, τα λιώνουν πάλι στη φωτιά και τα αδειάζουν μέσα σε διάφορα δοχεία: σουπιέρες, κούπες του τσαγιού, βαθιά πιάτα κ.λπ. Αφού κρυώσουν, τα ξεκολλούν με τη βοήθεια κρύου νερού και τα βγάζουν έτοιμα για χρήση ή πούλημα.